Αρχική » Μουσεία - Κήποι » Βοτανικός Κήπος Ιουλίας & Αλεξάνδρου Διομήδους

ΒΟΤΑΝΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ "ΙΟΥΛΙΑΣ & ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΔΙΟΜΗΔΟΥΣ"

Διεύθυνση: Ιερά Οδός 401 - 124 61 Χαϊδάρι
Τηλ: 210 581 1557, 210 581 2582, 210 581 3049
Fax: 210 581 3049 - E-mail: uoabotgd[at]otenet[dot]gr

   
O πρώτος Βοτανικός Κήπος στον κόσμο ιδρύθηκε στην Αθήνα τον 4ο π.Χ. αιώνα από τον μαθητή του Αριστοτέλη Θεόφραστο τον Ερέσιο, ο οποίος θεωρείται σήμερα ως ο θεμελιωτής της Βοτανικής Eπιστήμης. Στην Αθήνα επίσης - και συγκεκριμένα στην περιοχή η οποία από τότε ονομάζεται "Βοτανικός" - θεμελιώθηκε γύρω στο 1840, από τον Καθηγητή της Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Κάρολο - Νικόλαο Φράα, ο πρώτος Βοτανικός Κήπος της σύγχρονης Ελλάδας, μικρό τμήμα του οποίου διατηρείται μέχρι σήμερα.
   

Μερικά χιλιόμετρα δυτικότερα από την περιοχή αυτή, στο Χαϊδάρι, στις Βόρειες κλιτύες του Όρους Αιγάλεω και σε απόσταση 8 χλμ. από την Αθήνα, λειτουργεί σήμερα ο μεγαλύτερος Βοτανικός Κήπος της Ελλάδας αλλά και όλης της Ανατολικής Μεσογείου - ο "Βοτανικός Κήπος Ιουλίας & Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους" - ο οποίος καταλαμβάνει έκταση 1.860 στρεμμάτων. Τα όρια του Κήπου αρχίζουν λίγο μετά το Δρομοκαΐτειο Νοσοκομείο, διακόπτεται από τον δρόμο Σχιστού - Κορυδαλλού και συνεχίζει κατά μήκος της Ιεράς Οδού μέχρι το Τουριστικό περίπτερο του ΕΟΤ (και σήμερα του Δήμου Χαϊδαρίου).

   
Ο Αλέξανδρος Διομήδης μετά τον θάνατό του (1950) κληροδότησε μέρος της περιουσίας του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με σκοπό τη δημιουργία Κοινωφελούς Ιδρύματος, το οποίο ιδρύθηκε το 1952. Ωστόσο, το όραμα του Διομήδη άρχισε να πραγματοποιείται μετά την παραχώρηση της δασικής έκτασης, στην οποία βρίσκεται σήμερα ο Κήπος, από το Υπουργείο Γεωργίας στο Ίδρυμα το 1961, με την καθοριστική συμβολή του Καθηγητή της Φυτογεωγραφίας και Συστηματικής Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Χ. Α. Διαπούλη.
   

Οι εργασίες διαμόρφωσης του Κήπου βασίσθηκαν στα σχέδια της Καθηγήτριας του Πανεπιστημίου του Βερολίνου H. Hammerbacher και στις άοκνες  προσπάθειες που κατέβαλε ο τότε Γενικός Γραμματέας της Διοικητικής Επιτροπής του Ιδρύματος, Καθηγητής Κ. Α. Μητράκος. Το 1975, μετά την ολοκλήρωση μεγάλου κύκλου εργασιών, ο Κήπος άνοιξε τις πύλες του στο κοινό.

Έκτοτε έχουν πραγματοποιηθεί επιπρόσθετα έργα που άλλαξαν ριζικά την αρχική εικόνα του Κήπου, όπως η δημιουργία νέων τμημάτων και η βελτίωση των ήδη υπαρχόντων, η χάραξη και η πλακόστρωση δρόμων και μονοπατιών. Επίσης η ανέγερση νέου μνημείου προς τιμήν των εκτελεσθέντων στο χώρο του Κήπου το 1944 από τους Γερμανούς, η κατασκευή νέων γραφείων, εργαστηρίου, αποθήκης μηχανημάτων, καταλύματος εργατικού προσωπικού και οικίας φύλακα, η κατασκευή πυροφυλακίων, παιδικών χαρών και θερμοκηπίου, καθώς και ένα σύνολο έργων μικρότερης κλίμακας.

Επειδή η παραχώρηση της δασικής έκτασης από το Υπουργείο Γεωργίας στο Ίδρυμα έγινε υπό τον όρο ότι η διαμόρφωση του χώρου του Κήπου δεν θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό το φυσικό δασικό τοπίο, κατά τη διάρκεια των εργασιών διαμόρφωσης του Κήπου πραγματοποιήθηκε περιορισμένη υλοτόμηση πεύκων, κυπαρισσιών και άλλων δασικών ειδών, δημιουργήθηκε δε στο καλλιεργημένο τμήμα του Κήπου, ένα οικοσύστημα στο οποίο συμβιώνουν και αναπτύσσονται αυτοφυή δασικά και καλλιεργούμενα είδη. Αυτό το χαρακτηριστικό καθιστά τον Κήπο μία από τις πιο σπάνιες περιπτώσεις Βοτανικού Κήπου παγκοσμίως.

Ο «Βοτανικός Κήπος Ιουλίας και Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους» είναι Κοινωφελές Ίδρυμα – Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ). Διοικείται από πενταμελή Διοικητική Επιτροπή, στην οποία - σύμφωνα με την επιθυμία του διαθέτη - συμμετέχουν: α) ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, β) ο Καθηγητής της Βοτανικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, γ) ο Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, δ) ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και ε) ο  Διευθυντής της Διεύθυνσης Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών. Το Ίδρυμα είναι οικονομικά αυτοδύναμος οργανισμός. Ιδρύθηκε και συντηρείται από τα έσοδα των κληροδοτημάτων του Αλεξάνδρου Διομήδη.

Ο Κήπος, εκτός από τον υψηλό βαθμό ποικιλότητας της αυτοφυούς και καλλιεργούμενης χλωρίδας, αποτελεί και ένα ιδανικό φυσικό καταφύγιο της πανίδας, επειδή το οικοσύστημα προστατευμένο από τις δυσμενείς ανθρώπινες επεμβάσεις παρέχει τη δυνατότητα λειτουργίας ενός πλήρους τροφικού πλέγματος.

Επίσης ο Κήπος, εκτός από το ότι αποτελεί πνεύμονα πρασίνου και χώρο οπτικής τέρψης και πνευματικής ηρεμίας για τους κατοίκους μιας αστικής περιοχής όπως είναι η δυτική Αττική, λειτουργεί και ως πεδίο έρευνας και επιμόρφωσης του κοινού. Τα φυτά που καλλιεργούνται φέρουν ενημερωτικές πινακίδες, οι οποίες περιέχουν πληροφορίες για την ταυτότητα και τη γεωγραφική τους εξάπλωση. Το προσωπικό του Ιδρύματος διαθέτει ικανή επιστημονική εμπειρία σε θέματα διατήρησης και κυρίως αναπαραγωγής ενδημικών, σπανίων και απειλουμένων ειδών της ελληνικής χλωρίδας.

Αξίζει να αναφερθεί ότι στη Φυτοθήκη (Herbarium) του Κήπου διατηρούνται περίπου 19.000 αποξηραμένα δείγματα φυτών, το μεγαλύτερο τμήμα των οποίων προέρχεται από περιοχές που θεωρούνται προστατευόμενες, επειδή έχουν ενταχθεί στο δίκτυο του προγράμματος ‘’NATURA 2000’’.

Η Τράπεζα Γενετικού Υλικού περιλαμβάνει σπέρματα 800 περίπου ειδών τα οποία είναι κατά ένα ποσοστό διαθέσιμα για ανταλλαγή με άλλους Βοτανικούς Κήπους. Το Ίδρυμα βασιζόμενο σε αυτά τα αποθέματα σπερμάτων εκδίδει κάθε δύο χρόνια έναν κατάλογο, ο οποίος ανταλλάσσεται με αντίστοιχα έντυπα Βοτανικών Κήπων άλλων χωρών και αναγράφει τα προαναφερθέντα διαθέσιμα φυτικά είδη. Η παραπάνω συνεργασία έχει ως αποτέλεσμα τον συνεχή εμπλουτισμό των συλλογών του Βοτανικού Κήπου Διομήδους.

Ο Κήπος είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης των Βοτανικών Κήπων - BGCI. Πρόσφατα μάλιστα, το σύστημα συλλογής, αποθήκευσης και κωδικοποίησης των σπερμάτων των ειδών του Κήπου εναρμονίστηκε με τις προδιαγραφές που προτείνει το BGCI, οι οποίες καθορίζονται από το Διεθνές Δίκτυο Ανταλλαγής Φυτών (IPEN). Σύμφωνα με το σύστημα αυτό καθίσταται ανά πάσα στιγμή γνωστή η χρονική περίοδος, ο τόπος συλλογής καθώς και άλλες πληροφορίες σχετικά με οποιοδήποτε φυτικό γενετικό υλικό ανταλλάσσεται εντός του δικτύου.

Ακόμη, στον χώρο του Κήπου πραγματοποιούνται κατά καιρούς ερευνητικά προγράμματα βοτανικού και οικολογικού ενδιαφέροντος, διπλωματικές εργασίες καθώς και μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές, ενώ διεξάγονται και προπτυχιακά εργαστηριακά μαθήματα των σχετικών ειδικοτήτων του Γεωπονικού Πανεπιστημίου και του Τμήματος Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Μία από τις σημαντικότερες φιλοδοξίες του Ιδρύματος και ο κύριος αναπτυξιακός του στόχος, είναι η δημιουργία ενός νέου Τμήματος, το οποίο θα φιλοξενήσει τα ενδημικά, σπάνια και απειλούμενα είδη της ελληνικής χλωρίδας. Επίσης ένας από τους βραχυπρόθεσμους στόχους είναι η κατασκευή ενός μεγάλου, αυτοματοποιημένου και λειτουργικού θερμοκηπίου το οποίο θα αντικαταστήσει το υπάρχον.

Τέλος, η μεγαλύτερη συμβολή του Κήπου είναι η ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου σχετικά με την προστασία της φύσης. Σε αυτό συμβάλλουν οι επισκέψεις των εκατοντάδων σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από όλη την Ελλάδα, καθώς και άλλων κοινωνικών ομάδων που πραγματοποιούνται ετησίως καθώς και οι ξεναγήσεις τους, οι οποίες γίνονται με ευθύνη του επιστημονικού προσωπικού του Ιδρύματος.